Εδώ και αρκετά χρόνια μέσα από την παγκόσμια βιβλιογραφία παρατηρεί κανείς ότι έχουν γίνει προσπάθειες μαθηματικοποίησης του τρόπου υπολογισμού της χρηστικότητας μιας ιστοσελίδας. Αρκετοί μάλιστα προχώρησαν και στη διατύπωση αλγεβρικών εξισώσεων βάσει των οποίων μπορούμε να αξιολογήσουμε χρηστικά μια ιστοσελίδα ή ένα περιβάλλον λογισμικού εν γένει (Ambühler, Lindenmeyer, 1999). Βάσει τέτοιων συστημάτων υπολογισμού έχουν αναπτυχθεί και πάρα πολλές εφαρμογές αξιολόγησης, οι οποίες βαθμολογούν με απόλυτα νούμερα ή πρόσημα κάποια ιστοσελίδα. Πολύ χρήσιμο θα ήταν κάτι τέτοιο να είναι απτό και μετρήσιμο, παρολαυτά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι πρόκειται για ένα θέμα κυρίως ψυχολογικό με πολλές παραμέτρους και αναρίθμητους αστάθμητους παράγοντες.
Ο καθηγητής ψυχολογίας σε τομείς που σχετίζονται με τα υπολογιστικά συστήματα Albert Badre ορίζει (Badre, 2002) τον ακριβή τρόπο με τον οποίο η τέχνη πρέπει να χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα αλληλεπίδρασης ανθρώπου και μηχανής, εν προκειμένω σε διαδικτυακούς τόπους:
- Η τέχνη δεν πρέπει να παρεμβαίνει στο σκοπό και τη λειτουργικότητα του περιβάλλοντος εργασίας.
- Η τέχνη δεν πρέπει να παράγει οπτικό θόρυβο.
- Η τέχνη δεν πρέπει να προκαλεί αμφισημίες.
- Η τέχνη πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διαδικτυακές εμπειρίες του χρήστη.
Η πρώτη παρατήρηση περιλαμβάνει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το εικαστικό περιβάλλον δυσκολεύει τον χρήστη. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι όταν το φόντο εμπλέκεται με το κείμενο ή το μενού πλοήγησης. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί τα γράμματα και το φόντο ομοιάζουν στο χρώμα και την απόχρωση, είτε γιατί χρησιμοποιούμε στο φόντο έντονους σχηματισμούς ή εικόνες. Σχετικά με αυτό αρκετοί συγγραφείς τεχνικών εγχειριδίων προγραμμάτων γραφιστικής αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν κάποιος να θεωρεί ότι είναι σωστό να γράφει κείμενο πάνω σε χαρτί περιτυλίγματος δώρων (Rose, 2005). Οι υπόλοιπες περιπτώσεις κινούμενων γραφικών που ήδη αναφέραμε ανήκουν στον ίδιο τομέα «παραβατικότητας» των κανόνων χρηστικότητας και προσβασιμότητας. Η δεύτερη παρατήρηση είναι παραπλήσια. Μια περιοχή πληροφοριών είναι χρηστικά απαράδεκτο να περιέχει πολλές πολύχρωμες εικόνες, γραφικά και πολυχρωμία. Όλα αυτά κάλλιστα θεωρούνται ως «οπτικός θόρυβος» που αποσπούν τον χρήστη της ιστοσελίδας ή του λογισμικού και τον αποθαρρύνουν απομακρύνοντάς τον από την πληροφορία που θέλει να αποκομίσει ή την εργασία που θα ήθελε να διεξάγει γρήγορα και εύκολα.
Οι επόμενες δύο παρατηρήσεις είναι εξίσου σημαντικές. Κάποιος για παράδειγμα επιθυμεί να τονίσει στην ιστοσελίδα του ότι οι συναλλαγές του επισκέπτη με αυτή είναι απολύτως ασφαλείς και ότι τα προσωπικά του δεδομένα δεν πρόκειται να διαρρεύσουν σε τρίτους. Γι αυτό το λόγο ανάμεσα στο κείμενο που παραθέτει χρησιμοποιεί ένα μικρό γραφικό που απεικονίζει έναν αστυνομικό (Horton, 2005). Το γραφικό αυτό δύναται σε αρκετούς να προκαλέσει δυσφορία ανακαλώντας στη μνήμη τους πρότυπα ολοκληρωτισμού. Αυτό θα γίνει πιο εύκολα όταν πρόκειται για πρόσωπο με δυσκολίες οράσεως, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα δώσει σημασία μόνο στην εικόνα και όχι στο κείμενο που την περικλείει. Ένα γραφικό που εισβάλλει στο περιβάλλον εργασίας του χρήστη με σκοπό την αισθητική βελτίωση, στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύεται ως κύριος παράγοντας διαστρέβλωσης νοήματος και παραπλάνησης. Το ανάλογο συμβαίνει και στην τέταρτη και τελευταία παρατήρηση του Badre. Φυσικά και ο καλλιτέχνης επιθυμεί εξ επαγγελματικής φύσεως να πρωτοπορεί, έχοντας την τάση να δημιουργεί στον ψυχισμό του αποδέκτη πρωτόγνωρες εμπειρίες, αλλά αυτό πρέπει να συμβαίνει όταν ομιλούμε περί έργου τέχνης και όχι περί ιστοσελίδας ή λογισμικού. Εδώ πλέον ο σχεδιαστής επιδιώκει να αλληλεπιδράσει με τον χρήστη σε επίπεδο παροχής πληροφοριών και όχι να τον υποχρεώσει σε οποιεσδήποτε εκδηλώσεις «θαυμασμού» του καλλιτεχνικού του έργου. Γι αυτό το σκοπό ο σχεδιαστής αφενός διατηρεί τον δύσκολο ρόλο της εικαστικής αρτιότητας, αφετέρου όμως οφείλει να χρησιμοποιεί κατά την υλοποίηση του έργου του κώδικες και σύμβολα επικοινωνίας τα οποία ανταποκρίνονται στον εμπειρικό κόσμο της ευρύτερης κοινωνίας. Ο μέσος χρήστης ενός ενημερωτικού διαδικτυακού τόπου για παράδειγμα έχει a priori την προσδοκία μιας λογικής και ευδιάκριτης δόμησης περιεχομένου, μιας σωστής ιεράρχησης των θεματικών κατηγοριών, ενός φιλικού και διακριτικού γραφιστικού περιβάλλοντος που θα τον διευκολύνει στη διαδραστική του εμπειρία. Δεν είναι απαγορευτικό βεβαίως να επιδιωχθεί και η αισθητική απόλαυση, αλλά μην ξεχνούμε ότι η αισθητική απόλαυση επέρχεται όταν το αντικείμενο της αισθητικής θεωρήσεως ανταποκρίνεται προς τις αξιώσεις της συνειδησιακής αναμονής (Μουτσόπουλος, 1996). Η αισθητική απόλαυση σε διαδικτυακούς τόπους που διαχειρίζονται σεβαστό ποσό πληροφοριακού υλικού είναι κάτι που έπεται, ή τουλάχιστον, κάτι που δεν πρέπει να υποσκελίζει την ουσία, το περιεχόμενο. Το νόημα πρέπει να υπερβαίνει τη μορφή (Μπανάκου-Καραγκούνη, 1999) και να αλληλεπιδρά με τον εμπειρικό κόσμο του αποδέκτη του μηνύματος τόσο αποτελεσματικά, όσο και με τις προσδοκίες που είχε διαμορφώσει πριν την επίσκεψή του στον δικτυακό τόπο.
Στατιστικές έρευνες (Lazar, Dudley-Sponaugle, Greenidge, 2003) έχουν δείξει ότι ενώ οι περισσότεροι υπεύθυνοι για την παραγωγή και συντήρηση ενός διαδικτυακού τόπου προσπαθούν να επιτύχουν υψηλή προσβασιμότητα αναζητώντας την κατάλληλη μεθοδολογία και τα κατάλληλα εργαλεία, ωστόσο πάντοτε υπάρχουν μερικοί που περιφρονούν εντελώς την προσβασιμότητα είτε θεωρώντας τη περιττή, είτε αντιμετωπίζοντάς την ως εισβολή στην σχεδιαστική τους δεινότητα. Αυτό μας προκαλεί προβληματισμό γιατί όσο και αν η πολιτική των κρατών προχωρήσει προς την ισχυρή απαίτηση μιας προσβάσιμης τεχνολογίας, όσα βοηθητικά εργαλεία και αν φτιαχτούν προς αυτή την κατεύθυνση, πάντα θα υπάρχουν αντιδράσεις που θα εναντιώνονται προς αυτό.
Πολλά συνέδρια επί συνεδρίων και πολλές συστάσεις οργανισμών και επιτροπών, είτε από δημόσιους είτε από ιδιωτικούς φορείς παρατηρούνται στην παγκόσμια κοινότητα σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων προσβασιμότητας τόσο στον ηλεκτρονικό, όσο και το φυσικό κόσμο. Το ερώτημα που εύλογα μπορεί να διατυπωθεί είναι το γιατί έχουμε καταλήξει να αγωνιζόμαστε για την προσβασιμότητα τη στιγμή που αυτή έπρεπε να ήταν αυτονόητη. Πριν από αρκετές δεκαετίες, όταν το πρόβλημα των διακρίσεων και του ρατσισμού ήταν ακόμα εντονότερο, ο Noam Chomsky είχε ευθαρσώς διατυπώσει ότι μόνο ένας υποκριτής μπορεί και διακηρύσσει την παύση της βίας στους Βιετναμέζους ή τους μαύρους των Η.Π.Α. τη στιγμή που ίδιος ζει και αναπτύσσεται στην κοινωνία που καλλιεργεί αυτό το καθεστώς βίας και διακρίσεων (Chomsky, 1968). Εύκολα μπορεί κάποιος να διατυπώσει και να υποστηρίξει ιδεολογικά το δικαίωμα πρόσβασης όλων στον χώρο ή την πληροφορία που επιθυμούν. Το δύσκολο είναι να αναγνωρίσει ότι και ο ίδιος αποτελεί μέρος του προβλήματος καθώς σε μικρό ή μεγάλο βαθμό έχει συντελέσει στη διαμόρφωση ενός κλίματος αδιαφορίας και διακρίσεων. Το δύσκολο έργο που πρέπει να αναλάβουν τα Πανεπιστήμια και οι Επαγγελματίες είναι να αποκαταστήσουν την ακεραιότητα του πολιτισμού και του στοχασμού πάνω σε φλέγοντα ζητήματα των οποίων η εξέταση είτε αποσιωπάται, είτε αναβάλλεται.
Η κάθε περίπτωση είναι μοναδική, γι αυτό και σας αποστέλλουμε την προσφορά σας κατόπιν της ανάλυσης απαιτήσεων.